Εγώ, χαμογελαστός

Σε μια κοινωνία που νοσεί...

Έρημοι δρόμοι, γερμένοι ώμοι και σπίτια ξένα σαν φυλακές, έγραψε ο Λευτέρης Παπαδόπουλος. Αυτή είναι η πραγματικότητα στην ειρηνική Ελλάδα του 2020. Και συνεχίζουμε προς αυτήν την κατεύθυνση αποφασιστικά, αφού επιστρατεύτηκε μέχρι και ο ντελάλης στα χωριά, προκειμένου να παραμείνουμε όλοι στα σπίτια μας. Ε, βέβαια, δεν αρκεί η έκτακτη παρέμβαση του Πρωθυπουργού στα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να εξαγγείλει την απαγόρευση κυκλοφορίας. Ούτε το πρόστιμο στους παραβάτες είναι ικανό να τρομάξει το «τούμπανο» που θέλει να παίξει ρακέτες στην πλαζ και δε λέει να ιδρώσει το αυτάκι του για τον «κωλόγερο» που ξεψυχά λίγο παραδίπλα.

Περισσότερο από ποτέ, η κοινωνία προτάσσει το «εγώ» έναντι του «εμείς» με αφορμή την υγειονομική κρίση της διεθνούς κοινότητας. Μια πολύπαθη ελληνική κοινωνία, η οποία κατάφερε να επιβιώσει γονυπετής από τα μνημονιακά χτυπήματα ενός φιλελεύθερου μοντέλου ανάπτυξης, έρχεται εκ νέου αντιμέτωπη με τις αποτυχίες του πολιτικού συστήματος. Αυτή τη φορά, ο πολίτης αντιστέκεται με πλήρη αποβλάκωση στην ανάληψη της ατομικής ευθύνης εντός της συλλογικότητας και σαν να μη έφταναν όλα τα δεινά, καλείται να σφυρίξει αδιάφορα μπρος στις αυταρχικές πρακτικές της κυβέρνησης.

Για να υπερασπιστώ και λίγο το «τούμπανο», αναρωτιέμαι, πώς μπορεί κάποιος να αντιληφθεί ανώτερες αξίες, όπως ο σεβασμός και η ανιδιοτέλεια, όταν μέχρι σήμερα δεν διδάχθηκε ποτέ την αρνητική διάσταση της ατομικότητας; Ένα δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο οι κυβερνήσεις υποβάθμιζαν επί σειρά ετών στο όνομα των ιδιωτικών οικονομικών συμφερόντων, σίγουρα, δε διαθέτει τα μέσα για να επιτελέσει τον κοινωνικό σκοπό του. Μην πέφτεις από τα σύννεφα… Όλοι γνωρίζουμε ότι η θυσία της παιδαγωγικής διάστασης του σχολείου στον βωμό του κέρδους των ιδιωτικών ιδρυμάτων αποτελεί μέρος μιας μεθοδευμένης πολιτικής, η οποία στοχεύει στη συρρίκνωση του δημοσίου τομέα κατά τα πρότυπα του αναπτυγμένου δυτικού κόσμου και της χώρας του Ντόναλντ Ντακ. Ναι, στο παπί της Ντίσνεϋ αναφέρομαι , διότι δε θα τολμούσα ούτε το όνομα του ηγέτη της να αποτυπώσω γραπτώς χωρίς φόβο για την αυριανή ημέρα.

Πρόκειται για την ίδια πολιτική ανάπτυξης με την οποία προωθούνται όλα αυτά τα χρόνια και τα συμφέροντα των ιδιωτών στον χώρο της υγείας. Αντιλαμβάνομαι ότι πάλι πέφτεις από τα σύννεφα, αλλά έτσι φτάσαμε σήμερα στο σημείο μηδέν. Εδώ, όπου γινόμαστε αυτόπτες μάρτυρες των ανήμπορων ασθενών, οι οποίοι αφήνονται ως έρμαια της τύχης τους, να αποδημούν όχι και τόσο γαλήνια από την κλίνη της οικίας τους. Αθόρυβα και διακριτικά, η ανεπάρκεια ενός εθνικού συστήματος υγείας που υποστηρίζεται σχεδόν κατ´ αποκλειστικότητα από την αυτοθυσία της ιατρικής κοινότητας, δίχως να διαθέτει τα απαραίτητα μέσα για την τέλεση του ιατρικού καθήκοντος, κρύβεται πολιτικά πίσω από την κυβερνητική απόφαση για κοινωνική απομόνωση.

Έχοντας ήδη εκλέξει μια κυβέρνηση, η οποία κατά το δοκούν επιτάσσει προστατευόμενες περιοχές και βιαιοπραγεί κατά των πολιτών της για την τέλεση του κυβερνητικού έργου, η ελληνική κοινωνία καλείται τώρα να υποστεί τις συνέπειες της απειθαρχίας στην κυβερνητική νόρμα με περισσότερα αντιδημοκρατικά μέτρα. Ο κατ’ οίκον περιορισμός και η απαγόρευση της κυκλοφορίας καταλύουν κάθε έννοια ατομικής ελευθερίας και αποτελούν ύψιστη προσβολή για τη Δημοκρατία. Εντούτοις, μη έχοντας δομήσει ανθρωποκεντρικά ένα δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα και μη έχοντας επενδύσει επαρκώς σε ένα δημόσιο σύστημα υγείας, η ορθότητα των μέτρων αποτελεί παραδόξως αντικείμενο προς συζήτηση. Φταίει το «τούμπανο» με τις ρακέτες στην πλαζ ή το αποτυχημένο πολιτικό σύστημα;

Σε μια κοινωνία που νοσεί κρύβεται μια νοσηρή αλήθεια.

Δυστυχώς, κάθε φορά όπου ο πολίτης υπεισέρχεται σε διαδικασία διαπραγμάτευσης για τη στέρηση της ελευθερίας του, δε μπορούμε να επιρρίψουμε ευθύνες σε κανένα «τούμπανο». Ακόμα χειρότερα, η σιωπηρή αποδοχή ενός κυβερνητικού ολοκληρωτισμού εις το όνομα του κοινού συμφέροντος, είτε προτάσσεται το εθνικό φρόνημα είτε η εδαφική ακεραιότητα είτε η κοινωνική υγεία, αποτελεί κακό οιωνό για ένα μέλλον που παραμένει αβέβαιο. Η χρόνια παρακμή, πολιτική, οικονομική, κοινωνική και ανθρωπιστική, επιβάλλει την ανάγκη για επαναπροσδιορισμό των προτεραιοτήτων της πολιτικής σκηνής και των κριτηρίων βάσει των οποίων, όλοι εμείς, οι πολίτες, εκλέγουμε τις κυβερνήσεις μας. Όταν η ίδια η κοινωνία φτάνει σε σημείο να αμφισβητεί τα οφέλη ενός δημοκρατικού πολιτεύματος, τότε το πολιτικό σύστημα έχει αποτύχει παταγωδώς σε όλες τις εκφάνσεις του. Και αυτό είναι πιο επικίνδυνο από έναν κορωνοϊό.