Εγώ, χαμογελαστός

Είλωτας ενός Νοτιά

Γιασεμί ευωδίαζε η λήθη,
δηλητήριο ανάβλυζε η καρδιά,
καθρέπτης δίχως είδωλο
στην όψη σου μπροστά.

Βλέμμα του χιονιά,
ανάστημα ως τα βουνά,
όπως το κύμα την ξηρά
θωρούσες, όφις μια χαψιά.

Κλέφτης του χρόνου μια στιγμή
να γίνω βράχος στη ροή
χειμάρρου στερνά όνειρα
ας μη ´βλεπαν χαραυγή.